ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Τα τελευταία
χρόνια, η ελληνική τηλεόραση βρίθει από την παρουσίαση τούρκικων σήριαλ. Σκοπός
της εργασίας αυτής είναι να διεξάγω μια ποιοτική έρευνα, βασισμένη σε μια εις
βάθος συνέντευξη, με σκοπό να εξετάσω και να καταγράψω την άποψη ενός τηλεθεατή
για τις τούρκικες τηλεοπτικές παραγωγές. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας αυτής,
θα κάνω σύνθεση των μερών που έχω ήδη ετοιμάσει στο πρώτο μέρος της εργασίας
μου (βιβλιογραφική επισκόπηση, βιβλιογραφία και συνέντευξη) σε ένα ενιαίο
κείμενο.
Για τη συλλογή των δεδομένων της έρευνας χρησιμοποίησα τη
συνέντευξη με μια σειρά από ερωτήσεις, στις οποίες ο ερωτώμενος καλείται να
απαντήσει. Αυτό που με ενδιέφερε κατά τη διεξαγωγή της έρευνας είναι να
διαπιστώσω τους λόγους που ωθούν τον ερωτώμενο να παρακολουθεί τουρκικά σήριαλ
και ποια είναι ή άποψή του γι’ αυτά. Μέσα από τις απαντήσεις του, επιχείρησα,
να καταγράψω κάποια γενικά συμπεράσματα για το φαινόμενο των τούρκικων σίριαλ
και τους λόγους που οι Έλληνες τηλεθεατές τα παρακολουθούν και την επίδραση που
έχουν σε αυτούς. Έκρινα απαραίτητο να αναφερθώ πρώτα στο θεωρητικό πλαίσιο της
μεθόδου της συνέντευξης.
ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΣ ΜΕΡΟΣ
Η συνέντευξη είναι από τα
βασικότερα εργαλεία της ποιοτικής μεθόδου. Πρόκειται για την αλληλεπίδραση,
την επικοινωνία μεταξύ προσώπων, που καθοδηγείται από τον ερευνητή
ή ερωτώντα με στόχο την απόσπαση πληροφοριών σχετιζόμενων με το αντικείμενο της
έρευνας (Mason, 2003). Στη συγκεκριμένη εργασία στόχος της
συνέντευξης είναι η γνώμη του συνεντευξιαζόμενου για το θέμα που ερευνώ, δηλαδή
τα τούρκικα σίριαλ που προβάλλονται στην ελληνική τηλεόραση. Δεν είναι στόχος η
αποκάλυψη πτυχών της προσωπικότητας του συνεντευξιαζόμενου, καθώς δεν πρόκειται
για βιογραφική συνέντευξη. Η συνέντευξη δεν είναι μια απλή συζήτηση μεταξύ δυο
ανθρώπων, αλλά κατά κύριο λόγο ένας έμμεσος τρόπος συλλογής πληροφοριών
αναφορικά με τις αντιλήψεις και τα πιστεύω των ανθρώπων που ερωτώνται αλλά και
τις γνώσεις που κατέχουν (Mason, 2003). Στη συνέντευξη
πολύ σημαντικό είναι ο συνεντευξιαστής να σέβεται τον συνεντευξιαζόμενο, να τον
ακούει, να μην τον διακόπτει, να του δίνει τη δυνατότητα να σκεφτεί και να
συμπληρώσει τα λεγόμενα του.
Τα είδη της συνέντευξης είναι οι τυποποιημένες συνεντεύξεις και οι μη
τυποποιημένες συνεντεύξεις. Στις τυποποιημένες συνεντεύξεις
περιλαμβάνονται: (α) η δομημένη συνέντεύξη: Είναι πολύ σχετική με το
ερωτηματολόγιο, απλά συλλέγει κάποιες περισσότερες λεπτομέρειες. Ο
ερευνητής ρωτάει μια σειρά από αυστηρά προκαθορισμένες ερωτήσεις και
οι
απαντήσεις που ζητάει είναι επίσης πάνω σε πολύ συγκεκριμένα θέματα.
Αυτό σημαίνει ότι σε όλους τους συμμετέχοντες γίνονται ακριβώς οι
ίδιες
ερωτήσεις, με τα ίδια ακριβώς λόγια, με την ίδια σειρά από έναν
ερευνητή που
έχει εκπαιδευθεί να συμπεριφέρεται σε κάθε συμμετέχοντα με τον ίδιο
τρόπο
(συνήθως ουδέτερο), (β) η ημιδομημένη συνέντευξη: Είναι πιο ευέλικτη
μορφή
συνέντευξης. Επιτρέπει να εμβαθύνει κανείς
περισσότερο. Μπορεί να αλλάξουν οι διευκρινιστικές ερωτήσεις ή και η σειρά των
ερωτήσεων (Παπαιωάννου, Α., Θεοδωράκης Ι., & Γούδας, Μ., 2009). Στην εργασία αυτή
χρησιμοποίησα την ημιδομημένη συνέντευξη.
Μια μη δομημένη
ερευνητική συνέντευξη προϋποθέτει ότι ο ερευνητής θα ξεκινήσει τη συνέντευξη
έχοντας υπόψη το θέμα που ερευνά και θα ανοίξει τη συνέντευξη με την ερώτηση
«ποια είναι η εμπειρία σου για το υπό έρευνα φαινόμενο;». Στη συνέντευξη μου με
τον τηλεθεατή, το πρώτο που τον ρώτησα είναι αν βλέπει ελληνική τηλεόραση και
ειδικότερα τούρκικα σίριαλ. Είναι σημαντικό ο συνεντευξιαζόμενος να έχει όσο το
δυνατόν μεγαλύτερη εμπειρία για το υπό εξέταση φαινόμενο, εν προκειμένω ο
τηλεθεατής-συνεντευξιαζόμενος να έχει παρακολουθήσει αρκετά τούρκικα σίριαλ και
να είναι τακτικός θεατής τους και όχι να έχει δει ελάχιστα και αποσπασματικά. Από εκεί και πέρα, η συνέντευξη με τον κάθε
συμμετέχοντα παίρνει τη μορφή διαλόγου, όπου η επόμενη ερώτηση του ερευνητή
βασίζεται στην προηγούμενη απάντηση του συμμετέχοντα. Αποτελεί, δηλαδή, μια
αφηγηματική διαδικασία, που ο ερευνητής δεν μπορεί ούτε να προκαθορίσει ούτε να
προσχεδιάσει και αυτό γιατί δεν μπορεί να γνωρίζει εκ των προτέρων τι θα
απαντήσει ο ερωτώμενος και επομένως αδυνατεί να δομήσει τη συνέντευξη. Έτσι,
λοιπόν, κάθε μη δομημένη ερευνητική συνέντευξη είναι μοναδική, όπως ακριβώς και
οι εμπειρίες, πεποιθήσεις και αντιλήψεις των συμμετεχόντων που θέλει να
συλλάβει η ποιοτική έρευνα (Μαντζούκας, 2007).
Έχοντας πραγματοποιήσει
τη συνέντευξη με τον τηλεθεατή, συνέλεξα τα κατάλληλα ποιοτικά δεδομένα και
έτσι προχώρησα στην ανάλυση τους ώστε να ερμηνευθεί και να κατανοηθεί το υπό
έρευνα φαινόμενο των τούρκικων σίριαλ. Η ανάλυση των δεδομένων είναι εκείνο το
σημείο όπου ο ερευνητής συγκρίνει και αντιπαραβάλλει, ερμηνεύει και κατανοεί,
συμπεραίνει και επαληθεύει. Η διαδικασία της ανάλυσης των δεδομένων όχι μόνο
είναι αναγκαία, αλλά κατά κάποιο τρόπο δίνει νόημα στην όλη έρευνα και αποτελεί
τον απώτερο στόχο της έρευνας, αφού τα δεδομένα από μόνα τους δεν μιλούν, αλλά
απαιτούν πάντοτε από τον ερευνητή να δώσει νόημα, να συνδέσει φαινομενικά
ασύνδετα σημεία, να ερμηνεύσει τα αίτια πίσω από τα δεδομένα και τελικά να
δημιουργήσει καινούργια γνώση (Μαντζούκας, 2007).
ΑΝΑΛΥΣΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗΣ
Εξηγώντας την επιτυχία των τουρκικών σειρών στην
ελληνική τηλεόραση, ο ερωτώμενος δηλώνει ότι ένας παράγοντας είναι ο
οικονομικός. Τα περισσότερα από τα ιδιωτικά τηλεοπτικά κανάλια στην Ελλάδα
- ειδικά στις μέρες μας που η οικονομική κρίση έχει περικόψει τους προϋπολογισμούς των ελληνικών παραγωγών - έχουν εισάγει στα καθημερινά τους τηλεοπτικά
προγράμματα τουρκικές σαπουνόπερες,
με στόχο τα υψηλότερα ποσοστά τηλεθέασης με το χαμηλότερο οικονομικό κόστος. «Το
κόστος αγοράς ενός επεισοδίου από τα ιδιωτικά κανάλια είναι πολλαπλάσια
χαμηλότερο από την παραγωγή ενός επεισοδίου μιας ελληνικής σειράς» δηλώνει.
Σύμφωνα με τον ερωτώμενο, ένας από
τους λόγους για τη δημοτικότητα των
τουρκικών σαπουνόπερων είναι η έλλειψη ελληνικών
σειρών, σε μια εποχή κρίσης και ότι εξαιτίας
αυτής το κοινό μένει σπίτι του. Ο ίδιος δηλώνει ότι έχει στραφεί στα τούρκικα
σίριαλ εξαιτίας της έλλειψης αξιόλογων ελληνικών παραγωγών και της διαρκούς
επανάληψης των ίδιων ελληνικών σειρών. Οι τουρκικές σαπουνόπερες έχουν γίνει εξαιρετικά δημοφιλείς λόγω της αδυναμίας ορισμένων Ελλήνων παραγωγών
πλέον να κάνουν υψηλής ποιότητας
σειρές, αλλά και λόγω ότι δεν υπάρχουν μεγάλα –ή και
καθόλου budget- για να γίνουν εσωτερικές παραγωγές. Οι Έλληνες εξαιτίας της
οικονομικής κρίσης δεν έχουν επιλογές εξόδου και μένουν σπίτι τους βλέποντας
τηλεόραση. Σύμφωνα με
τον τηλεκριτικό Αντώνη Πρέκα «Ο κόσμος λόγω οικονομικής κρίσης δεν
βγαίνει πλέον πολύ από το σπίτι του και μοιραία μέσω της τηλεόρασης καλύπτει το
κενό για διασκέδαση με την παραμυθία και τη συγκίνηση που του προσφέρουν τα
τουρκικά σήριαλ».
Ένας άλλος λόγος που εξηγεί τη δημοφιλία των σειρών
αυτών, όπως προκύπτει από τη συνέντευξη είναι, ότι οι Έλληνες χρειάζονται ένα
νέο είδος ψυχαγωγίας για να ξεχάσουν τα προβλήματά τους και αυτά τα σήριαλ
φαίνεται να καλύπτουν αυτή τη ζήτηση για τώρα.
Άλλωστε, πάντα με την τηλεοπτική μυθοπλασία οι άνθρωποι ξέφευγαν
από την πραγματικότητα και ζούσαν το παραμύθι τους. Είναι
χαρακτηριστικό ένα δημοσίευα της τουρκικής εφημερίδας Βατάν, με τον τίτλο,
«Türk dizileri Yunanlılara krizi unutturuyor», δηλαδή, «Οι τουρκικές σειρές
κάνουν τους Έλληνες να ξεχνούν την κρίση».
Οι
Έλληνες, όμως, δε βρίσκουν μόνο παρηγοριά βλέποντας τις τουρκικές σαπουνόπερες, αλλά, όπως προκύπτει από τη συνέντευξη του τηλεθεατή,
χάρη σε αυτές αισθάνονται πιο κοντά στους Τούρκους,
αφού ταυτίζονται με τους ήρωες των έργων. Αυτό, όπως δηλώνει ο
συνεντευξιαζόμενος, έχει ως αποτέλεσμα να εξαλείφεται η εχθρότητα που έχει
καλλιεργηθεί μεταξύ των δυο λαών. Σύμφωνα με την ιστορικό
Νάντια Σαμαρά «οι Έλληνες γνωρίζουν τους γείτονες τους, κατανοούν την
κουλτούρα τους, συνειδητοποιούν τα κοινά τους σημεία και μέσα από αυτή την
επαφή αλλάζει και αποκτά θετικό παρανομαστή η γενικότερη άποψη για τον τουρκικό
λαό».
Οι Έλληνες βλέπουν την οικογένεια, σε κάθε τουρκική
σαπουνόπερα, ως δική τους. Οι συμπεριφορές, οι σχέσεις και ο τρόπος ζωής των
ανθρώπων στις τουρκικές σαπουνόπερες είναι ακριβώς τα ίδια με το ελληνικό στυλ.
Το μόνο πράγμα που είναι ξένο είναι η γλώσσα. Αυτές οι κοινωνικές ομοιότητες
είναι ένας βασικός λόγος για την αυξανόμενη δημοτικότητα των τουρκικών
σαπουνόπερων στην Ελλάδα. Ο συνεντευξιαζόμενος τονίζει ότι αυτό που τον ελκύει
στα έργα αυτά είναι η αγνότητα, το ότι προβάλουν το θεσμό της οικογένειας, το
φιλότιμο, στοιχεία που υπήρχαν στα ελληνικά έργα σε παλιότερα χρόνια, αλλά που
είναι ακόμα στοιχεία της ελληνικής ιδιοσυγκρασίας. Σύμφωνα με την καθηγήτρια Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο
της Θεσσαλίας Πηνελόπη Παπαηλία, η επιτυχία των τουρκικών σειρών φανερώνει
μια «νοσταλγική διάθεση απέναντι στο παρελθόν, ακόμη και σε νεότερα άτομα,
επικεντρώνοντας στην αναπαράσταση γνώριμων οικογενειακών δομών και πιο οικείων
σκηνών καθημερινότητας σε σχέση με αμερικανικές, όπως η συγκέντρωση της
οικογένειας γύρω από το τραπέζι του φαγητού». «Είναι γεγονός ότι πολλές από τις
τουρκικές σειρές σε μεταφέρουν σε άλλες, παλαιότερες εποχές, που υπήρχαν κάποιες ηθικές αξίες και
οι άνθρωποι ζούσαν πιο απλά» δηλώνει
χαρακτηριστικά ο ερωτώμενος.
Σύμφωνα με την άποψη του ερωτώμενου το
γεγονός ότι οι τουρκικές τηλεοπτικές σειρές στην Ελλάδα έχουν υπότιτλους στα ελληνικά, βοηθά το ελληνικό κοινό να εξοικειωθεί με την τουρκική γλώσσα και το ωθεί στην εκμάθηση της. Πολλοί, όπως
επισημαίνει, είναι αυτοί που χάρη στα τούρκικα σίριαλ, επιθυμούν να γνωρίσουν
καλύτερα την τουρκική κουλτούρα ενώ τους δημιουργείται η επιθυμία να ταξιδέψουν
στην Τουρκία για να γνωρίσουν καλύτερα τον πολιτισμό. Αυτός, άλλωστε, φαίνεται
να είναι ένας από τους στόχους της τουρκικής κυβέρνησης, η αύξηση του τουρισμού
και η θετική εικόνα της Τουρκίας μέσω των σειρών αυτών που πουλιούνται σε
πολλές χώρες του κόσμου. Αυτό, όπως εξηγεί η ιστορικός Νάντια Σαμαρά, είναι η
λεγόμενη «πολιτισμική διπλωματία», δηλαδή το εργαλείο των διεθνών σχέσεων που
έχει στόχο τη
θετική προβολή της χώρας στο εξωτερικό χρησιμοποιώντας στοιχεία από τον
πολιτισμό της, όπως τέχνες, γλώσσα, πολιτιστικές αξίες και πολιτιστικά αγαθά. «Μέσω
των τηλεοπτικών σειρών, μπορούμε να μπούμε σε κάθε σπίτι και να διαδώσουμε τον
τουρκικό πολιτισμό», έχει δηλώσει ο αναπληρωτής Υπουργός Πολιτισμού και Τουρισμού,
Αμπντουραχμάν Αριτζί, ενώ ο Izzet Pinto, παραγωγός της πετυχημένης τούρκικης
σαπουνόπερας «1000 και μια Νύχτες» έχει πει : «Η βοήθεια των τηλεοπτικών σειρών
ήταν τεράστια στην άνοδο του τουρισμού. «Τα τελευταία πέντε χρόνια οι
επισκέπτες από τις χώρες της Μέσης Ανατολής έχουν αυξηθεί κατά 350%. Το πιο
σημαντικό όμως από όλα είναι πως αυτές οι σειρές έκαναν την εικόνα της Τουρκίας
καλύτερη και πιο ελκυστική». Αυτό διαπιστώνει και ο ίδιος ο ερωτώμενος, αφού
διαβλέπει πολιτικούς σκοπούς στην προβολή των σειρών αυτών και μάλιστα σε χώρες
που έχουν κοινά χαρακτηριστικά με την Τουρκία, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα, και
την επιθυμία της Τουρκίας να προβάλει μια θετική εικόνα της στις χώρες αυτές.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Στην
παρούσα εργασία χρησιμοποίησα τη μέθοδο της συνέντευξης σε έναν Έλληνα
τηλεθεατή, προκειμένου να διαπιστώσω τη γνώμη του για τα τουρκικά σήριαλ. Η
επιλογή της συγκεκριμένη μεθόδου με βοήθησε στην άντληση λεπτομερών πληροφοριών
αναφορικά με τα ενδιαφέροντα τηλεθέασης του ερωτηθέντος αλλά και την εξαγωγή
συμπερασμάτων αναφορικά με τους λόγους που τον οδηγούν στην παρακολούθηση των
τουρκικών σήριαλ.
Το
χαμηλό κόστος για τους ιδιοκτήτες των ιδιωτικών καναλιών, η ανυπαρξία ελληνικών
σειρών, λόγω της οικονομικής κρίσης και ο ρομαντισμός που εκπέμπουν οι
τουρκικές σειρές που παραπέμπουν στην εποχή της δεκαετίας του ’60 στην Ελλάδα,
αποτελούν τις βασικές αιτίες της υψηλής τηλεθέασης των τουρκικών σήριαλ στην
Ελλάδα. Από τη θεωρητική ανασκόπηση που έγινε στην παρούσα εργασία αναφορικά με
τις τουρκικές σαπουνόπερες και από τη συνέντευξη που διεξήγαγα στον Έλληνα
τηλεθεατή, προκύπτει το συμπέρασμα ότι κύριος στόχος
της τουρκικής κυβέρνησης, με τη χρήση
του «οχήματος» που ονομάζεται πολιτισμική διπλωματία, και με όπλο την τηλεοπτική μυθοπλασία είναι η θετική προβολή της Τουρκίας σε χώρες που έχουν κοινά
χαρακτηριστικά με αυτή και άρα περισσότερες πιθανότητες τα τούρκικα έργα να
επικοινωνήσουν τη θετική αυτή εικόνα, αφού η τηλεθέαση είναι εν δυνάμει μεγάλη,
γιατί υπάρχει η δυνατότητα ταύτισης των τηλεθεατών, κάτι που όπως προκύπτει,
συμβαίνει και με τη χώρα μας, όπου οι τηλεθεατές ταυτίζονται με τους ήρωες των
έργων αυτών και βλέπουν κομμάτια του εαυτού τους, ακόμα και αν αυτά ανήκουν σε
παλιότερες εποχές. Η θετική αυτή εικόνα που επιτυγχάνεται με τη δύναμη της
τηλεόρασης έχει ως αποτέλεσμα οι Έλληνες να βλέπουν με συμπάθεια τους γείτονες
τους, ενώ ταυτόχρονα αυξάνεται σημαντικά ο τουρισμός της Τουρκίας και
προωθείται σημαντικά η κουλτούρα και ο πολιτισμός της.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
- Παρακολουθείτε τηλεόραση;
Ναι
- Παρακολουθείτε τηλεοπτικές σειρές;
Ναι, παρακολουθώ και ξένες και
ελληνικές, αν και οι ελληνικές σπανίζουν και οι περισσότερες είναι σε
επανάληψη.
- Παρακολουθείτε τουρκικά σήριαλ;
Παρακολουθώ και μάλιστα όχι μόνο
ένα, καθημερινά. Μου αρέσουν πολύ, γιατί δε θεωρώ ότι υπάρχει κάτι άλλο πιο
αξιόλογο σε ελληνικές σειρές στην τηλεόραση και δε μου αρέσει να βλέπω πλέον
ελληνικές σειρές που τις προβάλλουν για πολλοστή φορά.
- Από πότε έχετε αρχίσει να παρακολουθείτε
τουρκικά σήριαλ;
Από το 2009 με τη σειρά «1001
νύχτες». Από εκεί και πέρα, όταν έβλεπα ότι θα προβαλλόταν μια νέα τουρκική
σειρά, είχα αγωνία να δω τα αρχικά επεισόδια και την πλοκή της για να αποφασίσω
αν θα συνέχιζα να τη βλέπω.
- Υπήρξε κάποια τουρκική σειρά που δε σας
άρεσε;
Ναι, μια ή δύο, όχι ότι δεν τις
έβλεπα αλλά τις παρακολουθούσα αποσπασματικά.
- Ποια ή ποιες είναι οι τουρκικές σειρές που
σας καθήλωσαν περισσότερο;
Είναι το «1001 νύχτες», το
«Έρωτας και τιμωρία» μα περισσότερο το «Εζέλ», θεωρώ ότι πέρα από τον έρωτα και
την αγάπη, είχε και έντονη δράση και περίμενα πως και πως πότε θα έρθει η
επόμενη ημέρα να δω το νέο επεισόδιο. Επίσης, το «Έρωτας και τιμωρία» μου άρεσε
γιατί παρουσίαζε τη μεγάλη, ενωμένη οικογένεια και πόσο κάθε μέλος της
προσπαθούσε να την προστατέψει, ενώ δεν έλειπε ο ρομαντισμός και η αγάπη.
- Συγκριτικά σας αρέσουν περισσότερο οι τουρκικές ή
ελληνικές σειρές;
Αν εξαιρέσω 2-3 ελληνικές σειρές,
περισσότερο μου αρέσουν οι τουρκικές σειρές, γιατί έχουν κάτι πιο αγνό στην
πλοκή και προβάλλουν περισσότερο το θεσμό της οικογένειας, της φιλίας, του
φιλότιμου, της αγάπης, χωρίς αισχρές σκηνές, όπως συνήθιζαν να προβάλλουν
πολλές ελληνικές σειρές.
- Για ποιο λόγο θεωρείτε ότι προβάλλονται οι
τουρκικές σειρές στην ελληνική τηλεόραση και το κοινό τις βλέπει
παρουσιάζοντας υψηλά ποσοστά τηλεθέασης;
Θεωρώ ότι το κόστος αγοράς ενός
επεισοδίου από τα ιδιωτικά κανάλια είναι πολλαπλάσια χαμηλότερο από την
παραγωγή ενός επεισοδίου μιας ελληνικής σειράς. Έπειτα, μετά την επιτυχία της
πρώτης προβολής το 2005 τουρκικής σειράς και τη συνεχή προβολή άλλων σειρών, το
κοινό έχει ταυτιστεί με πολλές από αυτές, καθώς και με πρωταγωνιστές. Η
οικονομική κρίση, έχει κάνει τα άτομα να βλέπουν περισσότερο τηλεόραση και να
αναζητούν να δουν κάτι που θα τους ηρεμήσει και θα τους βγάλει από την
καθημερινότητα λίγο. Είναι γεγονός ότι πολλές από τις τουρκικές σειρές σε
μεταφέρουν σε άλλες, παλαιότερες εποχές,
που υπήρχαν κάποιες ηθικές αξίες και οι άνθρωποι ζούσαν πιο απλά. Έπειτα, είναι
και αυτή η ομορφιά που εκπέμπουν πολλοί από τους πρωταγωνιστές των σειρών.
- Τι επίδραση θεωρείτε ότι έχουν οι τουρκικές
σειρές στο ελληνικό κοινό;
Το γεγονός ότι οι σειρές είναι με
υπότιτλους ελληνικούς, δίνει στον τηλεθεατή τη δυνατότητα να ακούει την
τουρκική γλώσσα, από την οποία πολλές λέξεις έχουν υιοθετηθεί στην ελληνική
αλλά και πολλοί είναι εκείνοι που θέλουν να γνωρίσουν περισσότερα για την
τουρκική κουλτούρα. Από ό,τι έχω διαβάσει έχει αυξηθεί ο αριθμός των Ελλήνων
που μαθαίνουν τούρκικα από 1 σε 10, ενώ δεν είναι λίγοι από τους γνωστούς μου
που μου έχουν πει ότι θα ήθελαν να ταξιδέψουν στην Τουρκία στα μέρη που έχουν
γυριστεί οι σειρές. Επιπλέον, θεωρώ ότι οι Έλληνες χάρη στα τούρκικα σίριαλ
αισθάνονται πιο κοντά με τους Τούρκους, αφού βλέπουν τα κοινά τους σημεία,
ταυτίζονται και συμπάσχουν με τους ήρωες, οι οποίοι κερδίζουν τη συμπάθεια και
την αγάπη τους. Έτσι εξαλείφεται σε κάποιο βαθμό η ελληνοτουρκική αντιπάθεια
και εχθρότητα η οποία υπάρχει ακόμα και σήμερα.
Πιστεύετε ότι μέσω των τουρκικών
σειρών οι Τούρκοι έχουν κάποιο στόχο- σκοπό;
Το γεγονός ότι εξάγουν τις
τηλεοπτικές σειρές τους σε συγκεκριμένες χώρες της Μέσης Ανατολής και των
Βαλκανίων που βρίσκονται κοντά τους, πιστεύω ότι εξυπηρετεί και πολιτικούς
σκοπούς. Δεν είναι τυχαίο ότι τις εξάγουν στις χώρες αυτές, αφού εκεί υπάρχουν
περισσότερες πιθανότητες να σημειώσουν επιτυχία, αφού οι χώρες αυτές έχουν
πολλά κοινά χαρακτηριστικά στην κουλτούρα και τον τρόπο ζωής. Οι ακριβές
τουρκικές παραγωγές έχουν ως σκοπό να προσελκύσουν μεγάλη μάζα τηλεθεατών για
να προβάλουν στο ευρύ κοινό ότι η Τουρκία είναι μια χώρα αφενός εκσυγχρονισμένη
και αφετέρου που κρατά τις αρχές και τις παραδόσεις.
Έχετε κάτι να προσθέσετε στα
παραπάνω;
Αυτή τη στιγμή οι τουρκικές
σειρές είναι κάτι τελείως διαφορετικό από την ελληνική πραγματικότητα που
ζούμε, γι’ αυτό και πολλοί είναι αυτοί που τις βλέπουν για να ηρεμήσουν και να
ξεφύγουν από την καθημερινότητα. Εύχομαι να υπάρξουν καλές ελληνικές σειρές
μελλοντικά, που δε θα προσεγγίζουν τα δυτικά πρότυπα της βίας και της
χυδαιότητας αλλά του ρομαντισμού και της ηθικής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου