Μερικούς μήνες μετά τη λεγόμενη "διάρρηξη του αιώνα" (τον περασμένο Ιανουάριο εκλάπησαν από την Εθνική Πινακοθήκη έργα Πικάσο, Μοντριάν, Μοντάλβο) η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης, Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα έδωσε (όχι την πρώτη) συνέντευξη στη "Lifo" και στον Ηλία Μαγκλίνη, μέσα από την οποία συνέντευξη, παρουσιάζεται ένας άνθρωπος πράος, ώριμος, κατασταλαγμένος και προσγειωμένος χωρίς ίχνος σνομπισμού και αλαζονείας.
"Ειλικρινά, πιστεύω ότι οι άνθρωποι θα τα έδιναν" απαντά στην ερώτηση του δημοσιογράφου αν το ίδρυμα Νιάρχου θα έδινε στην Πινακοθήκη 13 εκατ. ευρώ, αν στη θέση της διεύθυνσης δεν ήταν η ίδια και προσθέτει ότι παρότι έχει κάνει μεγάλο αγώνα για να εξασφαλίσει αυτά τα χρήματα και παρά την ρητορική της δεινότητα, οι χορηγίες είναι είδος υπό αφανισμό και η οικονομική κατάσταση στέκεται σοβαρό εμπόδιο. Εκφράζει, παράλληλα, το παράπονο της για την απουσία κρατικής παρέμβασης στις χορηγίες αλλά και για το ότι οι σύγχρονοι Έλληνες καλλιτέχνες δεν είναι γνωστοί στο εξωτερικό. "Ξέρουν τον Κουνέλη, τον Τάκη, τη Χρύσα, ενδεχομένως τον Αντωνάκο, πέντε ονόματα. Η Ελλάδα είναι απούσα. Θα έπρεπε με κάθε τρόπο να υποστηρίξουμε κάτι τέτοιο. Αν δεν έχουμε ουσιαστικές συνεργασίες στην εξωτερική πολιτιστική πολιτική, η ιδιωτική πρωτοβουλία δεν αρκεί", λέει χαρακτηριστικά. Εμμένει στην άποψη της ότι η ληστεία ήταν στημένη και χωρίς να κατονομάζει, λέει ότι υποψιάζεται ανθρώπους από το χώρο. Πως βίωσε το γεγονός της ληστείας; Παραλίγο να πάθει εγκεφαλικό και ανάλογα αισθήματα βίωσε όταν έμαθε για τον καρκίνο του άντρα της ενώ δηλώνει κατηγορηματικά πως δε θα ησυχάσει αν δεν βρεθούν τα έργα.
Και τι απαντά σε αυτούς που λένε ότι είναι πάρα πολλά χρόνια στη θέση αυτή και πρέπει να αποχωρήσει : "Δεν πιστεύω ότι είμαστε μοναδικοί ή αναντικατάστατοι. Πιστεύω, επίσης, ότι πρέπει να υπάρχει συνέχεια στο έργο ενός ανθρώπου. Αλλά επειδή αυτό ήταν δικό μου όραμα και δικός μου αγώνας, είναι δίκαιο να το τελειώσω εγώ. Βεβαίως και θα αποχωρούσα από μόνη μου αν δεν υπήρχε η επέκταση του κτιρίου της Πινακοθήκης, αυτό το τεράστιο έργο, και φυσικά, αν δεν είχε γίνει η κλοπή, διότι δεν είναι ωραίο να φεύγεις με μια κλοπή".
"Ειλικρινά, πιστεύω ότι οι άνθρωποι θα τα έδιναν" απαντά στην ερώτηση του δημοσιογράφου αν το ίδρυμα Νιάρχου θα έδινε στην Πινακοθήκη 13 εκατ. ευρώ, αν στη θέση της διεύθυνσης δεν ήταν η ίδια και προσθέτει ότι παρότι έχει κάνει μεγάλο αγώνα για να εξασφαλίσει αυτά τα χρήματα και παρά την ρητορική της δεινότητα, οι χορηγίες είναι είδος υπό αφανισμό και η οικονομική κατάσταση στέκεται σοβαρό εμπόδιο. Εκφράζει, παράλληλα, το παράπονο της για την απουσία κρατικής παρέμβασης στις χορηγίες αλλά και για το ότι οι σύγχρονοι Έλληνες καλλιτέχνες δεν είναι γνωστοί στο εξωτερικό. "Ξέρουν τον Κουνέλη, τον Τάκη, τη Χρύσα, ενδεχομένως τον Αντωνάκο, πέντε ονόματα. Η Ελλάδα είναι απούσα. Θα έπρεπε με κάθε τρόπο να υποστηρίξουμε κάτι τέτοιο. Αν δεν έχουμε ουσιαστικές συνεργασίες στην εξωτερική πολιτιστική πολιτική, η ιδιωτική πρωτοβουλία δεν αρκεί", λέει χαρακτηριστικά. Εμμένει στην άποψη της ότι η ληστεία ήταν στημένη και χωρίς να κατονομάζει, λέει ότι υποψιάζεται ανθρώπους από το χώρο. Πως βίωσε το γεγονός της ληστείας; Παραλίγο να πάθει εγκεφαλικό και ανάλογα αισθήματα βίωσε όταν έμαθε για τον καρκίνο του άντρα της ενώ δηλώνει κατηγορηματικά πως δε θα ησυχάσει αν δεν βρεθούν τα έργα.
Και τι απαντά σε αυτούς που λένε ότι είναι πάρα πολλά χρόνια στη θέση αυτή και πρέπει να αποχωρήσει : "Δεν πιστεύω ότι είμαστε μοναδικοί ή αναντικατάστατοι. Πιστεύω, επίσης, ότι πρέπει να υπάρχει συνέχεια στο έργο ενός ανθρώπου. Αλλά επειδή αυτό ήταν δικό μου όραμα και δικός μου αγώνας, είναι δίκαιο να το τελειώσω εγώ. Βεβαίως και θα αποχωρούσα από μόνη μου αν δεν υπήρχε η επέκταση του κτιρίου της Πινακοθήκης, αυτό το τεράστιο έργο, και φυσικά, αν δεν είχε γίνει η κλοπή, διότι δεν είναι ωραίο να φεύγεις με μια κλοπή".
Νομίζω ότι είναι πολύ λίγοι αυτοί που θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν την Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα στο έργο της. Κι αυτό όχι μόνο γιατί δεν έχουν γνώσεις και το πάθος της αλλά κυρίως γιατί δεν έχεουν το ήθος της
ΑπάντησηΔιαγραφή