Η πρώτη τηλεοπτική αναμέτρηση (debate) μεταξύ Μιτ Ρόμνεϊ και Μπαράκ Ομπάμα κατά
την προεκλογική περίοδο στις ΗΠΑ σημαδεύτηκε από τη μάχη των Μέσων Κοινωνικής
Δικτύωσης (social
media). Όταν
η τηλεοπτική αναμέτρηση ολοκληρώθηκε, ο λογαριασμός του Twitter @gov (επίσημος λογαριασμός για τις αμερικανικές
εκλογές) ανακοίνωσε ότι «το αποψινό ντιμπέιτ ήταν το γεγονός με τα
περισσότερα tweets στην πολιτική ιστορία των ΗΠΑ». Επίσης, σύμφωνα με το εργαλείο του Facebook που
δημιουργήθηκε στη σελίδα του CNN για την καταγραφή της πορείας της εκλογικής
αναμέτρησης, ο απερχόμενος πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα απέσπασε περισσότερα
“likes” από τον αντίπαλό του, Μιτ Ρόμνεϊ. Ωστόσο, ο Ρόμνεϊ προηγείτο στις
συζητήσεις μεταξύ των χρηστών του Facebook, με περίπου δύο
χιλιάδες χρήστες να μιλούν γι’
αυτόν.
Το παραπάνω
φαινόμενο μαρτυρά την ολοένα και μεγαλύτερη διείσδυση των Μέσων Κοινωνικής
Δικτύωσης στην Πολιτική Επικοινωνία. Αξιοποιώντας πηγές, μεθόδους,
τεχνικές και εργαλεία του διαδικτυακού περιβάλλοντος συγκεντρώστε διαφορετικά
κειμενικά είδη (επιστημονικά και δημοσιογραφικά) που αναφέρονται στη χρήση των social media από τον πολιτικό κόσμο (στην Ελλάδα ή το
εξωτερικό) και καταγράψτε κριτικά την εξέλιξη
και σημασία του φαινομένου.
Στη συνείδηση
των πολιτών, το πολιτικό σκηνικό στην Ελλάδα διαμορφωνόταν μέχρι σήμερα από την
εναρμονισμένη προσπάθεια των κομματικών μηχανισμών και των mainstream παραδοσιακών μέσων μαζικής ενημέρωσης της χώρας. Δεν υπάρχει
αμφιβολία ότι ο λαός επηρεαζόταν και επηρεάζεται ακόμα από τους μηχανισμούς
αυτούς αφού η πληροφόρηση που δέχεται είναι αρκετές φορές κατευθυνόμενη. Τι γίνεται λοιπόν με τη νέα μορφή πολιτικής
επικοινωνίας που ασκείται μέσω των λεγόμενων «μέσων κοινωνικής δικτύωσης»; Αυτό
θα επιχειρήσουμε να αναλύσουμε στην εργασία αυτή. Πρώτα, όμως, θα αναφερθούμε εν
συντομία στην έννοια της πολιτικής επικοινωνίας καθώς και στις προγενέστερες
και ακόμα υφιστάμενες μορφές πολιτικής διαφήμισης.
Η πολιτική
επικοινωνία καθιερώθηκε για πρώτη φορά στις ΗΠΑ κατά τη δεκαετία του ’50. Αλλά
στην ουσία οι ρίζες της ξεκινούν τουλάχιστον από τους Σοφιστές και τη Ρητορική
του Αριστοτέλη. Η πολιτική επικοινωνία δεν επιδέχεται ένα αυστηρό ορισμό.
Ορισμένοι μάλιστα ισχυρίζονται ότι δεν υπάρχει πολιτική επικοινωνία. Υπάρχει
πολιτική λένε. Υπάρχει δράση που εμπεριέχει επικοινωνία. Η πολιτική επικοινωνία
δεν μπορεί να νοηθεί παρά μόνο ως μαζική διαδικασία. Βέβαια μπορεί να
αναπτύσσεται και σε διμερές, διαπροσωπικό επίπεδο αλλά εκεί οι κανόνες της
ανθρώπινης συμβίωσης (π.χ. συγγένεια, κώδικες φιλίας κτλ) είναι ιδιαίτερα
ισχυροί και κυριαρχούν. Άρα η εξέλιξη της πολιτικής επικοινωνίας είναι απολύτως
συνυφασμένη με την εξέλιξη της τεχνολογίας. Ειδικά με την εμφάνιση της τηλεόρασης
και του internet.
Πολιτική και
μάρκετινγκ είναι δυο έννοιες πολύ στενά συνδεδεμένες. Το μάρκετινγκ στην
πολιτική δεν διαφέρει πολύ από αυτό μιας επιχείρησης. Το προιόν είναι ο ίδιος ο
πολιτικός, με τις θέσεις και το πρόγραμμα που προσπαθεί να «πουλήσει». Το
όφελος γι’ αυτόν εντοπίζεται στις ψήφους που θα κερδίσει.
Με ποιους
τρόπους διαφημίζονται τα κόμματα από τη Μεταπολίτευση και μετά;
Στις εκλογές
της δεκαετίας του 1980 κυριαρχεί η πολιτική αφίσα που αποτελεί αποφασιστικό
επικοινωνιακό όπλο και βασικό μέσο στρατολόγησης. Τα μεγάλα αστικά κέντρα αλλά
και μικρότερες πόλεις γεμίζουν από αφίσες των κομμάτων, των πολιτικών αρχηγών
και των συνθημάτων τους.
Την ίδια
δεκαετία η τηλεοπτική πολιτική διαφήμιση κάνει την εμφάνιση της με την δεκαετία
του 1990 να γνωρίζει τη μεγάλη ανάπτυξη της (τη δεκαετία αυτή άλλωστε ξεκινά
και η ιδιωτική τηλεόραση στη χώρα μας) παραμένοντας στην πρώτη γραμμή των
επικοινωνιακών τακτικών μέχρι και σήμερα.
Εκτός από την
πολιτική διαφήμιση, υπάρχουν και άλλα είδη επικοινωνιακής πολιτικής, όπως η
πολιτική ομιλία σε ανοιχτό χώρο με μεγάλο πλήθος κόσμου από κάτω να
ζητωκραυγάζει, αλλά και τα πολιτικά τηλεοπτικά debate, είδος
επικοινωνιακής πολιτικής που άργησε πολύ να υιοθετήσει η Ελλάδα.
Τα social media μπήκαν στη ζωή των Ελλήνων χρηστών
του ίντερνετ μετά το 2007 και η πολιτικοί της χώρας μας δεν άργησαν να
εκμεταλλευτούν το νέο αυτό μέσο επικοινωνίας για αυτοπροβολή. Τα social media πλέον θα μπορούσαμε να πούμε ότι
έχουν αντικαταστήσει τις πολιτικές επικοινωνίες παλαιότερων ετών, όπως οι
αφίσεις και οι τεράστιες λαικές συγκεντρώσεις σε προεκλογικές ομιλίες. Σε αυτό
φυσικά συνέβαλε και η οικονομική κρίση που ξέσπασε και στη χώρα μας μετά το
2008, η οποία επηρέασε τα ταμεία των κομμάτων με αποτέλεσμα να μειώνεται
αισθητά η επιλογή της αφίσας αλλά και των τηλεοπτικών σποτ. Τα κόμματα και οι
πολιτικοί έρχονται όλο και πιο κοντά στο διαδίκτυο γιατί αποτελεί τον
απλούστερο, οικονομικότερο και παγκόσμιας εμβέλειας τρόπο προβολής τους. Η
προεκλογική καμπάνια κοστίζει αρκετά φτηνότερα μέσω των social media παρά μέσω των παραδοσιακών media (τηλεόραση,
εφημερίδα). Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι με την προβολή τους στα social media στοχεύουν σε νεανικά ως επι το
πλείστον κοινά, αφού αυτά τα κοινά χρησιμοποιούν τις νέες τεχνολογίες, ενώ
απομακρύνονται σε μεγάλο βαθμό και συνειδητά από την τηλεόραση. Όπως σχολιάζει
ο Βασίλης Δασκαλόπουλος, διευθύνων σύμβουλος της assetOgilvy : «Τα social media αντικατοπτρίζουν ένα κομμάτι της
κοινωνίας ίσως όχι πλειοψηφικό, αλλά σίγουρα αντιπροσωπευτικό τουλάχιστον σε
ό,τι αφορά στις μικρότερες ηλικίες». Γενικότερα, όμως, τα κοινωνικά δίκτυα
είναι χώρος μαζικής κοινωνικής συνάθροισης και γι’ αυτό αποτελούν και εύκολο
τρόπο προσέγγισης μεγάλου πλήθους κοινού άμεσα και τις περισσότερες φορές
διαδραστικά.
Πλέον όλο και
περισσότεροι πολιτικοί στη χώρα μας έχουν προσωπικό λογαριασμό και σελίδα στο facebook και το twitter. Εκεί
«ανεβάζουν» ανακοινώσεις, φωτογραφίες, σχόλια, απόψεις, ειδήσεις, ενώ αρκετοί
είναι αυτοί που απαντάνε σε ερωτήσεις και σχόλια χρηστών του ίντερνετ, άσχετα
αν αυτοί είναι ανώνυμοι.
Επειδή, όμως,
μιλάμε για πολιτικούς και επειδή η οργή του κόσμου εναντίον τους έχει μεγαλώσει
ακόμα περισσότερο τα τελευταία χρόνια με τα δυσβάσταχτα οικονομικά μέτρα (και
όχι μόνο) δε λείπει η λεκτική επίθεση στα social media οπου δραστηριοποιούνται οι
πολιτικοί, είτε με μορφή προσβολής, είτε με μορφή καταγγελίας. Δυστυχώς, πολλές
φορές στην πολιτική μάχη στο διαδίκτυο συμμετέχουν κυρίως ανώνυμοι που
επιτίθενται φραστικά εναντίων των πολιτικών, χωρίς επιχειρήματα και στοιχεία.
Θα λέγαμε ότι η οργή μερικών πολιτών τους έχει τυφλώσει και τους έχει κάνει
ανίκανους για πολιτισμένο διάλογο και συζήτηση και αυτό σίγουρα δεν είναι προς
όφελος της Δημοκρατίας.
Ωστόσο, δεν
είναι μόνο οι πολίτες που χρησιμοποιούν «βαριά γλώσσα» εναντίον των πολιτικών,
αλλά και οι ίδιοι οι πολιτικοί εκτοξεύουν ύβρεις συνήθως εναντίον άλλων
πολιτικών τους αντιπάλων. Αξιοσημείωτη είναι η παρατήρηση ότι τόσο βαριές
εκφράσεις θα απουσίαζαν από τα τηλεοπτικά πλατό όπου θα παρευρίσκονταν
πολιτικοί αντίπαλοι, αφού η επιβολή προστίμου από την ΕΣΡ θα τους εμπόδιζε από
να εκφραστούν όπως εκφράζονται στο twitter και το facebook, όπου (ακόμα) δεν υπάρχει
τέτοιου είδους λογοκρισία.
Αξίζει να
σημειωθεί σε αυτό το σημείο ότι από τα social media δεν επωφελούνται μόνο οι ίδιοι
οι πολιτικοί μέσω της αυτοπροβολής τους, αλλά και άτομα που επιλέγονται από τα
κόμματα και τους αναδεικνύουν σε υποφήφιους. Τα άτομα αυτά υποστηρίζουν ένα
κόμμα και έχουν δημιουργήσει ένα μεγάλο κοινό στο διαδίκτυο. Είναι συνήθως νέοι
άνθρωποι, με λόγο και άποψη, και χωρίς κομματικό παρελθόν.
Δυστυχώς, η
άμεση, δωρεάν και εύκολη πρόσβαση στα social media έχει δημιουργήσει το φαινόμενο
των ψεύτικων λογαριασμών δημοφιλών πολιτικών προσώπων. Μάλιστα οι χρήστες των social media δεν καταλαβαίνουν πολλές φορές
ότι δεν πρόκειται για αληθινούς λογαριασμούς και πέφτουν στην παγίδα, κάνοντας follow ή στέλνοντας αίτημα φιλίας.
Αυτός είναι και ένας λόγος που η παρουσία των πολιτικών στα social media κρίνεται απαραίτητη. Η προστασία
του ονόματος και της εικόνας από προσπάθειες διακωμώδησης, παραποίησης ή ακόμα
και αμάυρωσης.
Το
σημαντικότερο, ίσως, πλεονέκτημα της αξιοποίησης των social media για την προώθηση του
περιεχομένου είναι η δυνατότητα που παρέχουν στους χρήστες να αξιολογούν με
βάση κάποια κλίμακα (ratings στο youtube) ή την
απλή επιλογή «Μου αρέσει» (thumbs up στο Facebook) και να σχολιάζουν (Youtube, Facebook). Η ανταπόκριση των χρηστών δίνει εξαιρετικά πολύτιμες
πληροφορίες τόσο προς τους παραγωγούς του περιεχομένου, για την επιτυχία ή μη
των ενεργειών τους, όσο και προς τους επόμενους χρήστες, που θα δουν το
περιεχόμενο αυτό, των οποίων την συμπεριφορά επηρεάζουν σε μικρό ή μεγάλο
βαθμό.
Η περίπτωση
Άδωνι Γεωργιάδη
Ο βουλευτής της
Νέας Δημοκρατίας, Άδωνις Γεωργιάδης είναι το πολιτικό πρόσωπο με τους
περισσότερους followers («ακόλουθους») στο twitter (15.847 τη
στιγμή που γράφοντοι οι γραμμές) και με την πιο ενεργή συμμετοχή (26.605 tweets τη στιγμή που γράφονται οι
γραμμές). Αρκετά δημοφιλές πρόσωπο κυρίως λόγω της προβολής του από την
τηλεόραση στην οποία έκανες πυκνές εμφανίσεις, σε τηλεοπτικά στούντιο,
παράθυρα, προκαλόντας, θέλοντας και μη, την προσοχή του τηλεθεάμονος με τους
υψηλούς τόνους στη φωνή του και τις λογομαχίες με τους πολιτικούς του
αντιπάλους. Ο Άδωνις Γεωργιάδης ανήκει στην κατηγορία αυτή πολιτικού με τους
πολλούς φίλους και ακόμα περισσότερους εχθρούς, στην κατηγορία αυτή πολιτικού
που το κοινό λατρεύει να μισεί. Γι’ αυτό και όσοι τον «ακολουθούν» στον
προσωπικό του λογαριασμό στο twitter, δεν είναι μόνο οι υποστηρικτές του, αλλά και εχθροί
του, που δε διστάζουν να γίνουν δηκτικοί και να μιλήσουν χωρίς περιστροφές. Έως
και να επιτεθούν φραστικά εναντίον του. Ο ίδιος, ωστόσο, δεν επιλέγει να
αγνοήσει τα κακόβουλα και επιθετικά σχόλια, ούτε τις αρνητικές κριτικές.
Αντίθετα, απαντάει σε όλων των ειδών τα σχόλια, με ψυχραιμία χωρίς να
χρησιμοποιεί ύβρεις. Επικοινωνιακό τρίκ; Ίσως. Ο κύριος Γεωργιάδης, δε δέχεται
μόνο τα σχόλια και τις επιθέσεις των πολιτών αλλά και των πολιτικών του
αντιπάλων. Συνήθως αυτό δε γίνεται με άμεση απάντηση στο λογαριασμό του αλλά με
αναφορά στο όνομα του μέσω twitter. Αυτό φυσικά είναι ορατό στον ίδιο, και έτσι
απαντάει στις επιθέσεις, με αποτέλεσμα να δημιουργείται μια διαδικτυακή κόντρα
στην οποία οι συμμετέχοντας όχι μόνο δε βρίσκονται ενώπιως ενωπίων αλλά ούτε
καν απευθύνονται ο ένας στον άλλον. Η κόντρα αυτή γίνεται μέσω αναφοράς του
ονόματος και στην κόντρα αυτή «συμμετέχουν» και οι χρήστες του twitter κάνοντας τα δικά τους σχόλια. Ο
κύριος Γεωργιάδης έχει καταφέρει να προκαλεί τις περισσότερες κόντρες στο twitter από οποιονδήποτε άλλο πολιτικό.
Κλείνουμε αυτή
την εργασία με αυτό που έγραψε ο Στάθης Χαικάλης, διευθύνων σύμβουλος της Comm Effect : «Οποιοδήποτε κόμμα ή πολιτικός σέβονται τον εαυτό τους
είναι αδιανόητο να μην αξιοποιήσουν τα Κοινωνικά Δίκτυα, τα οποία όμως δεν
είναι “μαγικό ραβδί” αλλά καθρέφτης, που μέσα του βλέπεις το αν το κόμμα που τα
χρησιμοποιεί έχει δημοκρατικές δομές, δυναμικά στελέχη, πρόγραμμα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου